Το άρθρο δημοσιεύτηκε στην Εφημερίδα των Συντακτών
Η ελληνική οικονομική κρίση
Τα τελευταία χρόνια οι αλλαγές στη ζωή του ελληνικού πληθυσμού είναι σημαντικές. Η οικονομική κρίση έχει επηρεάσει όλους τους τομείς της ζωής μας. Το βιοτικό επίπεδο έχει υποβαθμιστεί για μεγάλο μέρος του πληθυσμού. Δε θα μπορούσε να μείνει ανέγγιχτη από αυτές τις αλλαγές και η διατροφή. Τι σημαίνει όμως αυτό για τον πληθυσμό; Η κρίση θα επιφέρει μια αλλαγή προς τη σωστή διατροφή ή μια έκρηξη της παχυσαρκίας;
Στη χώρα μας, από το 2007 μέχρι το 2014 διπλασιάστηκαν τα νοικοκυριά που δεν είχαν τη δυνατότητα να παρέχουν ένα πλήρες γεύμα για 2 συνεχείς μέρες με κρέας, κοτόπουλο ή ψάρι στα μέλη τους, σύμφωνα με την Eurostat. Συγχρόνως το ελληνικό νοικοκυριό έχει μειώσει τα έξοδά του για τα τρόφιμα και τη σίτιση των μελών του.
Θα περίμενε κανείς ότι η μείωση των εξόδων για τροφή θα σήμαινε λιγότερες θερμίδες, επιστροφή στις αρχές της μεσογειακής διατροφής και μείωση του fast food. Δυστυχώς όμως δεν ισχύει κάτι τέτοιο.
Το φαγήτο της κρίσης
Το φαγητό της κρίσης είναι φτηνό. Αυτό βέβαια δε σημαίνει ότι είναι καλό. Τα χαμηλού κόστους τρόφιμα είναι συχνά χαμηλής διατροφικής αξίας. Περιέχουν μεγάλα ποσοστά λίπους, συνήθως κορεσμένου και ζάχαρης. Με λίγα λόγια περιέχουν πολλές θερμίδες. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα την αύξηση του σωματικού βάρους. Σύμφωνα με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας (Π.Ο.Υ.) οι προβλέψεις για την χώρα μας δεν είναι καθόλου καλές. Προβλέπεται ότι το 2020 τα ποσοστά παχυσαρκίας θα έχουν αυξηθεί σε 32% για τους άντρες και 30% για τις γυναίκες ενώ το 2030 θα είναι στο 44% και 40% αντίστοιχα.
Στην Ελλάδα δεν υπήρξε ποτέ σοβαρό πρόγραμμα διατροφικής παιδείας στα σχολεία ή σε χώρους εργασίας. Το ελληνικό κράτος αδιαφόρησε επιδεικτικά για την εφαρμογή κάτι τέτοιου. Η δε παρουσία διαιτολόγων στις νοσοκομειακές μονάδες είναι ελλιπής. Φυσικά, εν καιρώ κρίσης, με τις περικοπές στην υγεία να είναι ένα τραγικό γεγονός, είναι ακόμα πιο δύσκολο να συμβεί κάτι τέτοιο. Είναι όμως απαραίτητο για το μέλλον. Όχι μόνο για την υγεία του πληθυσμού. Αλλά και για την “υγεία” της οικονομίας, μιας και σε πολλές περιπτώσεις φαίνεται ότι της δίνουμε μεγαλύτερη προτεραιότητα από κάθε τι άλλο. Οι επιπτώσεις της παχυσαρκίας θα είναι πολλαπλάσια δαπανηρές σε σχέση με την πρόληψή της. Η σχέση της παχυσαρκίας με χρόνιες παθήσεις όπως τα καρδιαγγειακά προβλήματα, ο σακχαρώδης διαβήτης, τα μυοσκελετικά προβλήματα, ακόμα και ο καρκίνος, είναι επιστημονικά αποδεδειγμένη. Το κόστος της (όποιας) υγειονομικής και φαρμακευτικής περίθαλψης σε αυτές τις παθολογικές περιπτώσεις είναι σίγουρα μεγαλύτερο από την πρόληψη και την καταπολέμηση της παχυσαρκίας.
Το μέλλον
Το μέλλον προβλέπεται δυσοίωνο σύμφωνα με τα στοιχεία από τους επίσημους φορείς. Η πρωτιά της Ελλάδας στα υπέρβαρα και παχύσαρκα παιδιά (ηλικίας 5 έως 17 ετών) σύμφωνα με τα στοιχεία του Οργανισμού Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης (Ο.Ο.Σ.Α.) μας υπόσχεται δυστυχώς μια γενιά παχύσαρκων ενηλίκων, πρόβλεψη που κάνει και ο Π.Ο.Υ. . Σύμφωνα με κάποια τελευταία στοιχεία τα υπέρβαρα και παχύσαρκα 15χρονα αγόρια στη χώρα μας αυξήθηκαν από 23% το 2002 στο 28% το 2014. Αντίστοιχα το ποσοστό στα 15χρονα κορίτσια αυξήθηκε από 11% το 2006 στο 15% το 2014. Παράλληλα, όχι μόνο στην Ελλάδα, αλλά και σε Ιταλία, Ιρλανδία, Πορτογαλία και Ισπανία παρατηρήθηκε μείωση στη δαπάνη των νοικοκυριών για αγορά φρούτων και λαχανικών, ενώ στις υπόλοιπες ευρωπαϊκές χώρες του Ο.Ο.Σ.Α. υπήρξε αύξηση. Ο συνδυασμός, επομένως, μιας επιδημίας της παχυσαρκίας με παράλληλη υποβάθμιση της ποιότητας της καθημερινής τροφής είναι εκρηκτικός. Δεν είμαστε σε θέση να υπολογίσουμε τις συνολικές επιπτώσεις στον πληθυσμό, αλλά προφανώς θα προκαλέσει σοβαρά προβλήματα υγείας.
Ουδέν καλό λοιπόν από την οικονομική κρίση στον τομέα της διατροφής. Όσοι ονειρεύονται πιο υγιεινή διατροφή και μειωμένη πρόσληψη θερμίδων θα βρεθούν προ εκπλήξεων. Το φαγητό στον καιρό της κρίσης είναι ποιοτικά φτωχό και κρύβει πολλές θερμίδες και “κακό” λίπος. Από την άλλη η διατροφική παιδεία, που θα μπορούσε να προσφέρει μια οικονομική και υγιεινή εναλλακτική διατροφής, είναι μια διαδικασία που θέλει πρόγραμμα, χρόνο και διάθεση από τη μεριά των μηχανισμών της υγείας. Θα χρειαστούν ριζοσπαστικές αλλαγές στο σύστημα υγείας, ώστε να ελπίσουμε σε μια αντιμετώπιση της επιδημίας της παχυσαρκίας.